Ο θάνατος του Επαμεινώνδα
Επερχόμενη δύναμη οι Μακεδόνες
Το καλοκαίρι του 362 π.Χ. κοντά στην πόλη της Μαντινείας δόθηκε μία από τις σημαντικότερες μάχες της αρχαίας Ελλάδας μεταξύ των Θηβαίων και Σπαρτιατών, των δύο μεγαλύτερων ηγεμονιών εκείνης της περιόδου.
Οι Θηβαίοι με Στρατηγό τον Επαμεινώνδα εισέβαλαν στην Πελοπόννησο, εκμεταλλευόμενοι την απουσία του Βασιλιά της Σπάρτης Αγησίλαου σε εκστρατεία, με σκοπό να αποκόψουν τις περιοχές από την Σπάρτη και να τις εντάξουν υπό την προστασία τους.
Η έγκαιρη επιστροφή του Αγησίλαου υποχρεώνει τον Επαμεινώνδα να αποσυρθεί στην Τεγέα και να συνταχθεί.
Το πολεμικό σκηνικό στήθηκε κοντά στην πόλη της Μαντινείας στους πρόποδες του Μαινάλου.
Από την μία πλευρά ήταν οι Θηβαίοι με 3.000 ιππείς και 30.000 στρατιώτες, τους οποίους αποτελούσαν Αργείοι, Αρκάδες, Σικυώνιοι, Θεσσαλοί, Βοιωτοί, Ευβοείς, Λοκροί και Μαλιείς και από την άλλη οι Σπαρτιάτες με 2.000 ιππείς και 20.000 στρατιώτες από την Αθήνα, την Ηλεία, την Μαντινεία και την Αχαϊα, πόλεις συμμάχους της Σπάρτης.
Ο Επαμεινώνδας με την στρατιωτική του ευφυΐα παραπλάνησε τους αντιπάλους του μη χρησιμοποιώντας την περίφημη τακτική της λοξής φάλαγγας, όπως περίμεναν, και με γρήγορους ελιγμούς διέσπασε την ζώνη άμυνας των Σπαρτιατών.
Ο θάνατος του Επαμεινώνδα
Πάνω στη μάχη και ενώ όλα έδειχναν ότι οι Θηβαίοι θα ήταν οι μεγάλοι νικητές, ο Επαμεινώνδας δέχεται ένα δόρυ στο στήθος και τον ξαπλώνει.
Ξαφνιασμένοι οι Θηβαίοι άρχιζαν να οπισθοχωρούν, αλλά τελικά βρήκαν το κουράγιο και συνέχισαν τη μάχη.
Ο Επαμεινώνδας θανάσιμα πληγωμένος περίμενε να μάθει την εξέλιξη της μάχης πριν πεθάνει.
Αν και τελικά πληροφορήθηκε την νίκη των Θηβαίων ζήτησε από τους αξιωματικούς τους να συνθηκολογήσουν με τους Σπαρτιάτες.
Από τους ιστορικούς εικάζεται ότι ο Επαμεινώνδας ζήτησε οι Θηβαίοι να συνθηκολογήσουν με τους Σπαρτιάτες είτε επειδή είχαν σκοτωθεί στην ίδια μάχη και άλλοι σημαντικοί στρατιωτικοί της Θήβας είτε επειδή γνώριζε ότι με το θάνατό του, η Θήβα δεν θα μπορούσε να σταθεί εύκολα μόνη της στην κορυφή.
Ο Επαμεινώνδας πριν διατάξει να του βγάλουν το δόρυ και να πεθάνει, κάποιος του είπε: “πεθαίνεις Επαμεινώνδα χωρίς να αφήσεις διαδόχους”, αυτός απήντησε: “Μα τον Δία, αυτό δεν είναι αλήθεια. Αφήνω δύο αθάνατες θυγατέρες, την νίκη στα Λεύκτρα και την νίκη στην Μαντινεία”.
Ο μεγάλος Στρατηγός των Θηβαίων Επαμεινώνδας, ο επινοητής της λοξής φάλαγγας, θάφτηκε στο πεδίο της μάχης.
Επερχόμενη δύναμη οι Μακεδόνες
Η Θήβα έμεινε ακέφαλη μετά τον θάνατο του Επαμεινώνδα καθώς και του Πελοπίδα νωρίτερα, η Σπάρτη είχε ήδη χάσει το κύρος της, ενώ η Αθήνα δεν ήταν πλέον φόβητρο, όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα να πάρει τα ηνία η Μακεδονία του Φιλλίπου Β’, που αποτέλεσε μετά από μερικά χρόνια την μεγαλύτερη δύναμη της Ελλάδας.
——————————————————————————————————–
ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ ΤΟΝ ΙΟΥΝΗ ΤΟΥ 1848
Η πρώτη μεγάλη μάχη ανάμεσα στις δύο τάξεις
Στις 23 Ιούνη 1848 οι εργάτες του Παρισιού ξεχύνονται στους δρόμους και στήνουν οδοφράγματα. Ηταν η απάντησή τους στο όργιο της τρομοκρατίας που εξαπέλυσε η αντεπανάσταση. Η εξέγερση αυτή είναι φανερά προλεταριακή. Στα οδοφράγματα υψώθηκαν κόκκινες σημαίες με τα συνθήματα «Ψωμί ή μολύβι», «Δικαίωμα εργασίας», «Ζήτω η κοινωνική δημοκρατία».
Στις προκηρύξεις που τύπωναν οι ξεσηκωμένοι εργάτες, ζητούσαν να διαλυθεί η συντακτική συνέλευση και να περάσουν τα μέλη της από δίκη, να πιαστούν τα μέλη της εκτελεστικής επιτροπής, να απομακρυνθεί ο στρατός από το Παρίσι, να αναγνωριστεί στο λαό το δικαίωμα να καταρτίσει ο ίδιος το σύνταγμα, να διατηρηθούν τα εθνικά συνεργεία και να κατοχυρωθεί το δικαίωμα της εργασίας. «Αν αλυσοδέσουν το Παρίσι τότε θα υποδουλωθεί ολόκληρη η Ευρώπη», έγραφε μια προκήρυξη, τονίζοντας τη διεθνή σημασία που είχε η εξέγερση.
Τέσσερις μέρες, από τις 23 έως τις 26 Ιούνη, γίνονται λυσσασμένες οδομαχίες. Από το ένα μέρος πολεμούσαν 40-45 χιλιάδες εργάτες, και από το άλλο τα κυβερνητικά στρατεύματα, η κινητή φρουρά και σώματα της εθνοφρουράς, που η συνολική τους δύναμη έφτανε τις 250.000 άνδρες.
Το πιο στρατηγικό σημείο, στο οποίο στηριζόταν η εξέγερση ήταν το εργατικό προάστιο Σεντ Αντουάν, όπου είχαν στηθεί οδοφράγματα, που έφθαναν ως τον τέταρτο όροφο των σπιτιών, ενώ είχαν γίνει και άλλα οχυρωματικά έργα.
Το σχέδιο που κατέστρωσε ο πρώην αξιωματικός Κερσοζί για μια συντονισμένη επίθεση των επαναστατών κατά του δημαρχείου και των ανακτόρων, δεν κατορθώθηκε να εφαρμοστεί, γιατί προσέκρουσε σε οργανωτικές αδυναμίες.
Οι ξεσηκωμένοι δεν μπόρεσαν να συγκροτήσουν μια ενιαία κεντρική διοίκηση και έτσι τα σώματα είχαν μεταξύ τους μια χαλαρή σύνδεση.
Αν και οι εργάτες πολέμησαν ηρωικά, η προλεταριακή εξέγερση του Παρισιού συντρίφτηκε. Στη συνέχεια εξαπολύθηκε ένα όργιο τρομοκρατίας.
Οι νικητές σκότωσαν όλους τους τραυματίες επαναστάτες, συνέλαβαν πάνω από 25 χιλιάδες άτομα, άρχισαν τα στρατοδικεία, πάνω από τρεισήμισι χιλιάδες εξορίστηκαν, χωρίς δίκη, στις μακρινές αποικίες.
Η εξέγερση του Ιούνη του 1848 είχε πολύ μεγάλη ιστορική σημασία. Ο Κ. Μαρξ την ονόμασε «πρώτη μεγάλη μάχη ανάμεσα στις δύο τάξεις που χωρίζεται η σύγχρονη κοινωνία. Ηταν ένας αγώνας, για να διατηρηθεί ή να συντριβεί το αστικό σύστημα».
Στο έργο του «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 έως το 1850» ο Κ. Μαρξ σημείωνε ανάμεσα σε άλλα:
«Η 25 του Φλεβάρη 1848 παραχώρησε στη Γαλλία τη δημοκρατία, η 25 του Ιούνη της επέβαλε την επανάσταση. Και ύστερα από τον Ιούνη η επανάσταση σήμαινε: ανατροπή της αστικής κοινωνίας, ενώ πριν από το Φλεβάρη, σήμαινε: ανατροπή της μορφής του κράτους.
Ο αγώνας του Ιούνη καθοδηγήθηκε από τη δημοκρατική ομάδα της αστικής τάξης. Με τη νίκη, η πολιτική εξουσία έπεσε αναγκαστικά στα χέρια της. Η κατάσταση πολιορκίας έριξε δίχως αντίσταση το δεμένο χειροπόδαρα Παρίσι στα πόδια της, ενώ στις επαρχίες επικρατούσε μια ηθική κατάσταση πολιορκίας, η απειλητική, κτηνώδης υπεροψία της νίκης των αστών και ο αχαλίνωτος φανατισμός των χωρικών για την ιδιοκτησία.
Από τα κάτω, λοιπόν, δεν υπήρχε κανένας κίνδυνος!
Μαζί με την επαναστατική δύναμη των εργατών τσακίστηκε και η πολιτική επιρροή των ρεπουμπλικάνων δημοκρατών, δηλαδή των μικροαστών δημοκρατών που αντιπροσωπεύονταν στην εκτελεστική επιτροπή από τον Λεντρί-Ρολέν, στη συντακτική εθνοσυνέλευση από το κόμμα των ορεινών1 και στον Τύπο από τη Ρεφόρμ2.
Στις 16 του Απρίλη είχαν συνωμοτήσει μαζί με τους αστούς δημοκράτες ενάντια στο προλεταριάτο, στις μέρες του Ιούνη είχαν πολεμήσει ενάντιά του μαζί με τους ίδιους.
Ετσι, μόνοι τους ανατίναξαν τη βάση πάνω στην οποία υψωνόταν το κόμμα τους σα δύναμη, γιατί η μικροαστική τάξη μπορεί τόσον καιρό μονάχα να κρατήσει μια επαναστατική στάση απέναντι στην αστική τάξη, όσο στέκεται πίσω της το προλεταριάτο.
Τους δώσανε τα παπούτσια στο χέρι. Η ψευτοσυμμαχία που κλείστηκε μ’ αυτούς, απρόθυμα και υστερόβουλα την εποχή της προσωρινής κυβέρνησης και της εκτελεστικής επιτροπής καταγγέλθηκε ανοιχτά από τους αστούς δημοκράτες. Περιφρονημένοι και παραπεταμένοι σαν σύμμαχοι, ξεπέσανε στο δευτερεύοντα ρόλο των σωματοφυλάκων των τρίχρωμων δημοκρατών, από τους οποίους δεν μπορούσαν ν’ αποσπάσουν καμιά παραχώρηση, που ήταν όμως υποχρεωμένοι να υποστηρίζουν την κυριαρχία των τρίχρωμων κάθε φορά που οι αντιδημοκρατικές αστικές ομάδες φαινόταν ότι διαμφισβητούσαν αυτή την κυριαρχία και μαζί της τη δημοκρατία.
(Τα αποσπάσματα έχουν παρθεί από την έκδοση της «Σύγχρονης Εποχής» «Οι ταξικοί Αγώνες στη Γαλλία από το 1848 ως το 1850»).
____________________________
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Ορεινοί ονομάζονταν, στην περίοδο της επανάστασης του 1848, οι αντιπρόσωποι των μικροαστών δημοκρατών στη συντακτική συνέλευση και στη νομοθετική συνέλευση. Η ονομασία είναι παρμένη από την εποχή της μεγάλης Γαλλικής Επανάστασης, όπου την αριστερή πτέρυγα της συμβατικής την ονόμαζαν «όρος», γιατί οι αριστεροί αυτοί βουλευτές, στις συνεδριάσεις της συμβατικής, κάθονταν στο βάθος, στις ψηλότερες έδρες. «Το κόμμα των ορεινών, το 1848, αντιπροσώπευε αντίθετα μια μάζα που ταλαντευόταν ανάμεσα στην αστική τάξη και στο προλεταριάτο» (Μαρξ). Οι ορεινοί αυτοί δεν ήταν παρά μια αξιοθρήνητη παρωδία του «όρους» (σημ. τ. μετ.).
2. Reforme (Ρεφόρμ): Οργανο του κόμματος των ορεινών στα 1848 (σημ. τ. μετ).