«Ανάσα» σε χιλιάδες υπερχρεωμένα νοικοκυριά παρέχει το νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομίας Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, το οποίο παρέχει τη δυνατότητα μέσα από καθορισμένη δικαστική διαδικασία, σε όσους καταναλωτές έχουν διαπιστωμένη και μόνιμη αδυναμία να αποπληρώσουν τα χρέη τους, να τα ρυθμίσουν και να απαλλαγούν από αυτά, εξοφλώντας με ρεαλιστικούς, με βάση το εισόδημά τους, όρους ένα μέρος των χρεών που καθορίζεται από το δικαστήριο και δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το 10% των οφειλών, τόνισε η υπουργός κυρία Λούκα Κατσέλη.
Κι όπως είπε απαραίτητη προϋπόθεση είναι να μην υφίστανται περιουσιακά στοιχεία και να μην επαρκούν τα τρέχοντα εισοδήματα του καταναλωτή για την ικανοποίηση των δανειακών υποχρεώσεων. Σ΄αυτή την περίπτωση, ο οφειλέτης αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταθέτει κάθε μήνα για 4 έτη μέρος του εισοδήματός του στους πιστωτές. Αν δεν τηρήσει τις υποχρεώσεις του δεν επέρχεται απαλλαγή από τα χρέη.
Αναλυτικότερα το νομοσχέδιο αφορά χρέη φυσικών προσώπων, καταναλωτών και επαγγελματιών .Εξαιρούνται οφειλές από αδικοπραξία που διαπράχθηκε με δόλο, διοικητικά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, οφειλές από φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και οι εισφορές προς τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης. Και βασική προυπόθεση είναι η επελθούσα ή επαπειλούμενη – μη δόλια – μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρεών. Η διαδικασία περιλαμβάνει τρία στάδια, το εξωδικαστικό, ο συμβιβασμός ενώπιον του Δικαστηρίου και η δικαστική ρύθμιση με απαλλαγή από χρέη.
Αν αποτύχει ο συμβιβασμός στα δύο πρώτα στάδια της διαδικασίας, τότε επέρχεται η δικαστική ρυθμιση, σύμφωνα με την οποία ο οφειλέτης αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλλει κάθε μήνα ένα μέρος του εισοδήματός τους στους πιστωτές. Στο πλαίσιο ενός τετραετούς πλάνου πληρωμών, πρέπει να αποπληρώσει ένα ελάχιστο ποσοστό των χρεών που έχει καθορίσει το δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη το προσδοκώμενο εισόδημά του και τις βιοτικές ανάγκες του ιδίου και της οικογένειάς του. Το ποσοστό δεν μπορεί να είναι κατώτερο από το 10% των χρεών.
Ωστόσο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, που τα εισοδήματα του οφειλέτη δεν επαρκούν για την εξόφληση τουλάχιστον του 10% των συνολικών οφειλών του, όπως είναι χρόνια ανεργία ή σημαντικών προβλημάτων υγείας, είναι δυνατός ο προσδιορισμός χαμηλότερων ή και μηδενικών καταβολών. Αυτό ακόμα κι αν δεν προκύπτει η εξόφληση του ελάχιστου ποσοστού του 10% των συνολικών οφειλών. Το δικαστήριο μπορεί να επανεξετάζει κάθε οκτώ μήνες, ή και νωρίτερα αυτεπαγγέλτως ή μετά από αίτηση του οφειλέτη ή του πιστωτή, εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τις εξαιρετικές αυτές περιπτώσεις, επαναρυθμίζοντας τις οφειλόμενες καταβολές.
Στη διαδικασία της ρύθμισης, όπως προβλέπει το νομοσχέδιο προστατεύεται η κύρια κατοικία του οφειλέτη. Ο οφειλέτης μπορεί να ζητήσει την εξαίρεσή της από την περιουσία που ρευστοποιείται για την ικανοποίηση των πιστωτών, εφόσον δεν υπερβαίνει σε έκταση το προβλεπόμενο από τις ισχύουσες διατάξεις όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας, προσαυξανόμενο κατά 30%. Σε αυτή την περίπτωση αναλαμβάνει την υποχρέωση να εξοφλήσει σε χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα είκοσι έτη με περίοδο χάριτος και σε ευνοϊκούς όρους ποσό οφειλών μέχρι το 85% της εμπορικής αξίας του ακινήτου, όπως αυτή αποτιμάται από το Δικαστήριο.
Στην περίπτωση που το δικαστήριο κρίνει ότι δεν υφίσταται μόνιμη αδυναμία του οφειλέτη για αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών του, τότε η δικαστική διαδικασία περιορίζεται σε απλή ρύθμιση των οφειλών χωρίς απαλλαγή από τα χρέη. Συγκεκριμένα, η ρύθμιση μπορεί να προβλέπει την αναστολή της περιοδικής εξόφλησης της οφειλής μέχρι δύο έτη. Κατά τη διετία αυτή, θα καταβάλλονται είτε μόνο οι τόκοι είτε αυτοί θα κεφαλαιοποιούνται, χωρίς προηγούμενο ανατοκισμό κατά τη λήξη της αναστολής.
Αν όμως ο οφειλέτης δηλώσει ψευδή και ανακριβή στοιχεία σχετικά το εισόδημα και την περιουσιακή του κατάσταση, τότε εκπίπτει από τα ευεργετήματα της ρύθμισης και δεν μπορεί να υποβάλει νέα αίτηση για ρύθμιση χρεών για δύο έτη. Από την άλλη πλευρά η εφαρμογή της διαδικασίας για ρύθμιση και απαλλαγή χρεών δεν απαλλάσσει τον εγγυητή. Ωστόσο, μπορεί να υπαχθεί στην ίδια διαδικασία εφόσον ικανοποιεί τις προϋποθέσεις του νόμου.
Αλλά αν ο οφειλέτης δεν κατορθώσει και με τη ρύθμιση να απαλλαγεί από τα χρέη, τότε αναβιώνει η οφειλή ως είχε, δίχως όμως τους τόκους ανατοκισμού. Και κάθε οφειλέτης μπορεί να αξιοποιήσει μόνο μία φορά τις ρυθμίσεις για την απαλλαγή χρεών, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου.
Επίσης η ρύθμιση χρεών και η απαλλαγή από χρέη δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο επεξεργασίας δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς από πιστωτικά ιδρύματα ή τρίτους για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών και πέντε ετών αντίστοιχα, από το χρονικό σημείο που λήγει η ρύθμιση ή επέρχεται η απαλλαγή.
Η αναθέρμανση της οικονομίας και η ανάταξη των χρεωμένων επιχειρήσεων, είναι ο στόχος στο νομοσχέδιο που παρουσίασε χθές η κ. Κατσέλη και για τις επιχειρήσεις αλλά και για την έξοδο απο τον «Τειρεσία». Το νομοσχέδιο για τη «Ρύθμιση επιχειρηματικών και επαγγελματικών οφειλών προς τα πιστωτικά ιδρύματα και διατάξεις για την επεξεργασία δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς» αφορά ληξιπρόθεσμες και ενήμερες οφειλές.
Ειδικότερα, στις ρυθμίσεις υπάγονται τρείς κατηγορίες επαγγελματικών οφειλών και οφειλετών: οι ληξιπρόθεσμες μετά την 1η Ιανουαρίου του 2008, οι ληξιπρόθεσμες μετά την 1η Ιανουαρίου του 2005 και οι ενήμερες οφειλές.
Στην πρώτη κατηγορία, δηλαδή στις τις ευεργετικές διατάξεις του νομοσχεδίου για οφειλές που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες μετά την 1η Ιανουαρίου του 2008, υπάγονται χρηματικές οφειλές μέχρι ενός εκατ. ευρώ ανά πιστωτικό ίδρυμα και δανειολήπτη και μάξιμουμ 3 εκατ. ευρώ ανά δανειολήπτη προς όλες τις τράπεζες.
Η αποπληρωμή της οφειλής που προκύπτει μετά τη ρύθμιση πρέπει να έχει διάρκεια ίση με αυτή που απομένει μέχρι τη λήξη της σύμβασης, προσαυξημένη κατά δύο έτη. Στην περίπτωση που η σύμβαση έχει καταγγελθεί, θα πρέπει να έχει διάρκεια ίση με αυτή που θα απέμενε μέχρι τη λήξη της σύμβασης, προσαυξημένη και πάλι κατά δύο έτη. Σε αυτή την περίπτωση η διάρκεια της αποπληρωμής δεν μπορεί να είναι μικρότερη από επτά χρόνια.
Κατά τα δύο πρώτα χρόνια θα καταβάλλονται μόνο τόκοι και στη συνεχεία η αποπληρωμή της ρυθμισθείσας οφειλής θα γίνεται με ισόποσες περιοδικές δόσεις, σύμφωνα με την περιοδικότητα του εκτοκισμού που προβλέπεται στη σύμβαση. Σε όλη τη διάρκεια της ρύθμισης θα ισχύει το συμβατικό επιτόκιο ενήμερης οφειλής.
Στη δεύτερη κατηγορία, όσοι επαγγελαμτίες έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές μετά την 1η Ιανουαρίου του 2005 μπορούν να υπαχθούν στη ρύθμιση με τον όρο όμως ότι θα αποπληρώσουν μέχρι τις 15 Απριλίου του 2010 το 10% της οφειλής. Στην οφειλή αυτή, δεν συνυπολογίζονται τόκοι υπερημερίας και ανατοκισμού, δηλαδή το 10% υπολογίζεται στο κεφάλαιο συν τους συμβατικούς τόκους, ενω φυσικά αφαιρείται το ποσόν που έχει ήδη πληρωθεί απο τη σύναωψη του δανείου.
Υπάρχει επίσης πρόνοια και για τρίτη κατηγορία δανειοληπτών, δηλαδή για όσους έχουν ενήμερες οφειλές μπορούν να «παγώσουν» το δάνειο για ένα χρόνο και να αποπληρώσουν με κεφαλαιοποίηση των τόκων στη λήξη του χρόνου. Οι υπαγόμενοι σε αυτή τη ρύθμιση, έχουν το δικαίωμα για δυο χρόνια να πληρώνουν μόνο τόκους και η αποπληρωμή του άληκτου κεφαλαίου να εξοφληθεί με χρονική παράταση μετά τη λήξη της συμβατικής διάρκειας του δανείου, ενω έχουν το δικαίωμα να επιμηκύνουν για τρια χρόνια τη διάρκεια του δανείου
Στην κατηγορία αυτή μπορούν να ενταχθούν οφειλέτες που έχουν ανεξόφλητο κεφάλαιο μέχρι 250.000 ευρώ ανά τράπεζα με μάξιμουμ σε όλες τις τράπεζες 1 εκατ. ευρώ (αφορά φυσικά και νομικά πρόσωπα που διατηρούν βιβλία Γ΄ κατηγορίας με ετήσιο κύκλο εργασιών μικρότερο από 2,5 εκατ. ευρώ) και εμφανίζουν ζημιογόνα αποτελέσματα χρήσης καθώς και αγροτικοί συνεταιρισμοί και ενώσεις. Επίσης, οι οφειλέτες που έχουν ανεξόφλητα κεφάλαια μέχρι 100.000 ευρώ ανά τράπεζα με μάξιμουμ τα 300.000 ευρώ σε όλες τις τράπεζες (και αυτοί μπορεί να είναι φυσικά και νομικά πρόσωπα που είχαν το 2008 ακαθάριστα έσοδα μικρότερα των 150.000 ευρώ), αγρότες και επιχειρήσεις που έχουν υποστεί καταστροφές από πυρκαγιές ή φυσικά φαινόμενα από το 2007 και μέχρι τη δημοσίευση του νόμου.
Ολοι όσοι επιθυμούν να ενταχθούν στη ρλυθμιση, ληξιπρόθεσμοι και ενήμεροι μπορούν να υποβάλουν αιτήσεις μέχρι 31 Μαρτίου του 2010.
Σε ό,τι αφορά τα πανωτόκια στα αγροτικά δάνεια σβήνονται και το μάξιμουμ της οφειλής μπορεί να φθάνει στο διπλάσιο των δανείων που είχαν λάβει μείον τις καταβολεές που έχουν πραγματοποιήσει.
ΠΩΣ ΘΑ ΒΓΕΙΤΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΕΙΡΕΣΙΑ.
Με βάση το νομοσχέδιο προβλέπεται γενικευμένη αμνηστία για όλες τις οφειλές απο επιταγές που έχουν εξοφληθεί ή θα εξοφληθούν μέσα σε 3 μήνες από την ψήφιση του νόμου. Επίσης, αίρεται και το μέτρο της διοικητικής στέρησης βιβλιαρίου επιταγών, εφόσον κάποιος υπαχθεί στη ρύθμιση.
Παράλληλα, στον Τειρεσία θα εμφανίζονται οφειλές που δεν έχουν εξοφληθεί και είναι 1.000 ευρώ και πάνω, ενώ δεν θα εμφανίζονται δυσμενή οικονομικά στοιχεία στον Τειρεσία για οφειλές που έχουν εξοφληθεί και το ποσό στην περίπτωση αυτή από τα 1.000 ευρώ ανεβαίνει στις 3.000 ευρώ.
Επίσης, μειώνεται και ο χρόνος παραμονής στον Τειρεσία. Για απλήρωτες επιταγές και συναλλαγματικές ο χρόνος μειώνεται στα 2 χρόνια από τα 3, για διαταγές πληρωμής σε 3 χρόνια από 4, όπως και για κατασχέσεις και προγράμματα πλειστηριασμών σε 3 χρόνια από 4.
πηγή : ΤΟ ΒΗΜΑ